ἀντίγραφ'

ἀντίγραφ'
ἀντίγραφα , ἀντίγραφος
copied
neut nom/voc/acc pl
ἀντίγραφε , ἀντίγραφος
copied
masc/fem voc sg
ἀντίγραφε , ἀντιγράφω
write against
pres imperat act 2nd sg
ἀντίγραφε , ἀντιγράφω
write against
imperf ind act 3rd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • DICTARE ad memoriam — apud Vopisc. in Caro, diccbatur, qui Memoriae dictator erat, Graecis Α᾿ντιγραφεὺς τῆς μνήμης: quemadmodum et Dictator Epistolar. ὁ Α᾿ντιγραφεὺς τῶ ἐπιςτολῶν etc. Quatuor enim erant Dictatores seu Α᾿ντιγραφεῖς, Libellorum, Memoriae, Epistolarum et …   Hofmann J. Lexicon universale

  • υπογραφέας — ο / ὑπογραφεύς, έως, ΝΜΑ, και λόγιος τ. θηλ. ὑπογραφεύς Ν νεοελλ. 1. υπάλληλος εξουσιοδοτημένος να υπογράφει τα υπηρεσιακά έγγραφα 2. βαθμός υπαλλήλου, κατώτερος από τού γραφέα μσν. αρχ. ο ιδιαίτερος γραμματέας τού αυτοκράτορα αρχ. 1. αυτός που… …   Dictionary of Greek

  • αντιγράφομαι — αντιγράφομαι, αντιγράφ(τ)ηκα, αντιγραμμένος βλ. πίν. 122 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”